Ο Κόνραντ ΜακΡέι (2.07, Conrad McRae) πέρασε μόλις ένα χρόνο από τη χώρα μας, φορώντας τη φανέλα του ΠΑΟΚ. Γεννημένος το 1971, ο ΜακΡέι ήταν ο τύπος του παίκτη που στην Ευρώπη δεν φαινόταν να μπορεί να κλειστεί. Όμως, προδομένος από την καρδιά του και την αγάπη του για το μπάσκετ, «έφυγε» από τη ζωή σε ηλικία μόλις 29 ετών, το καλοκαίρι του 2000.
Ο ΜακΡέι γεννήθηκε στη Νέα Υόρκη το Γενάρη του 1971 και μεγάλωσε παίζοντας μπάσκετ στο Τεχνικό Λύκειο του Μπρούκλιν. Εκεί ήταν ο καλύτερος στο μπάσκετ, ενώ η συμμετοχή του στα playgrounds του Χάρλεμ του είχε χαρίσει το προσωνύμιο «McNasty», λόγω του τρόπου παιχνιδιού του. Το 1986-89 ήταν στην καλύτερη πεντάδα Λυκείων ολόκληρης της Νέας Υόρκης, ενώ το 1989 ήταν μέλος της εθνικής ομάδα των Η.Π.Α. κάτω των 18 και έλαβε μέρος στους Junior Olympics.
Στη συνέχεια αποφάσισε να δεχτεί την υποτροφία που του πρότεινε το Σιράκιουζ, όπου σταδιακά ξεχώρισε. Την πρώτη του χρονιά (1989-90) ήταν η 4η επιλογή στους ψηλούς και δεν είχε ουσιαστικό χρόνο συμμετοχής, αλλά η συνέχεια ήταν διαφορετική, για να φτάσει το 1992-93 να έχει 11.9 πόντους, 6.6 ριμπάουντ και 2.6 τάπες ανά αγώνα. Το μεγαλύτερο προσόν του ήταν ότι τάπωνε ό,τι… πετούσε μέσα στο γήπεδο, σταδιακά δούλεψε πάρα πολύ και βελτίωσε το επιθετικό του παιχνίδι, αλλά και τα ριμπάουντ του για να γίνει ένας πολύ αξιόπιστος ριμπάουντερ. Τελειώνοντας το κολέγιο ήταν 4ος στην ιστορία του Σιράκιουζ σε τάπες (πίσω από Ρούσβελτ Μπούι, Ρόνι Σεϊκέλι και Ντέρικ Κόλεμαν).
Το καλοκαίρι του 1993 επιλέχτηκε στο νούμερο 38 από τους Ουάσινγκτον Μπούλετς, αλλά δεν αγωνίστηκε στο NBA. Μετά από ένα σύντομο πέρασμα από το CBA, αποφάσισε να περάσει τον Ατλαντικό και πρώτος του σταθμός ήταν η Φενέρμπαχτσε. Στην Τουρκία έκανε πράγματα και θαύματα, δείχνοντας ότι ήταν κυρίαρχος αμυντικά, ενώ μπορούσε να τελειώσει με σχετική ευκολία τις φάσεις στη ρακέτα.
Κάθε καλοκαίρι ήταν στα σάμερ λιγκ του NBA για να αποδείξει ότι είχε μια θέση στο πρωτάθλημα, αλλά τους χειμώνες του τους πέρασε στην Ευρώπη.
Το 1994-95 στην Ορτέζ είχε 16.7 πόντους και 8.5 ριμπάουντ με τις μπασκέτες να στενάζουν από τα καρφώματά του. Αυτή η χρονιά ήταν το διαβατήριο για την επιστροφή στην Τουρκία, όπου με την Εφές είχε μια απλά καλή σεζόν, κατακτώντας όμως το Κόρατς και το Τουρκικό πρωτάθλημα!
Το 1996-97 είχε 11.9 πόντους και 9.3 ριμπάουντ με την Τιμσίστεμ Μπολόνια, όντας 5ος ριμπάουντερ στην Ιταλία, ενώ την επόμενη σεζόν ήρθε η ώρα της Ελλάδας και του ΠΑΟΚ.
Στα μέσα Ιουλίου του 1997 υπογράφει με τον ΠΑΟΚ σε μια σεζόν που παραλίγο να φέρει τον ΠΑΟΚ στην κορυφή. Με μπροστάρη τον τρομερό Πέτζα Στογιάκοβιτς και τους Σάκλφορντ (από τα μισά της σεζόν) και ΜακΡέι κοντά του (συν τον Ρόουαν) ο ΠΑΟΚ αλώνει το ΣΕΦ και περνά στον τελικό του πρωταθλήματος, όπου μετά από σκληρή μάχη χάνει με 3-2 από τον Παναθηναϊκό.
Ο ΜακΡέι τελειώνει την κανονική περίοδο 4ος ριμπάουντερ της Α1 με 10.0 μέσο όρο και 5ος μπλοκέρ με 1.8 ανά αγώνα, έχοντας ακόμη 1.3 κλεψίματα και 8.9 πόντους. Εξίσου καλός και στην Ευρώπη με 10.1 πόντους και 8.8 ριμπάουντ, που τον έφεραν στην 3η θέση της διοργάνωσης. Κανένας φίλος του ΠΑΟΚ δεν έχει ξεχάσει τα τρανταχτά του καρφώματα και την απίστευτη αλτικότητά του.
Την επόμενη σεζόν, ο ΜακΡέι επέστρεψε στην Τουρκία και τη Φενέρμπαχτσε, με την οποία είχε 10.8 πόντους και 8.3 ριμπάουντ. Τον Απρίλη έφυγε, πήγε στις Η.Π.Α. και υπέγραψε συμβόλαιο 10 ημερών με τους Ντένβερ Νάγκετς, πιστεύοντας πως είχε κάνει επιτέλους το όνειρό του πραγματικότητα. Όμως, αυτό δεν έμελλε να γίνει, καθώς πριν αγωνιστεί για πρώτη φορά με την ομάδα λιποθυμά 2 φορές στην προπόνηση και παθαίνει μπλακ άουτ. Οι γιατροί των Νάγκετς που τον εξετάζουν, βρίσκουν χρόνια (εκ γενετής) πρόβλημα στην καρδιά (καρδιακή αρρυθμία) και του συνιστούν να μην ξαναπαίξει μπάσκετ. Βεβαίως, οι Νάγκετς του σπάνε το συμβόλαιο.
Ο ΜακΡέι, όμως, δεν μπορούσε να φανταστεί τον εαυτό του εκτός μπάσκετ. Παίρνοντας διαβεβαιώσεις από άλλους γιατρούς ότι μπορεί να παίζει παρά το πρόβλημα, συνεχίζει. Τον Αύγουστο του 1999 υπογράφει στην Τριέστε της Ιταλίας. Η χρονιά που έμελλε, δυστυχώς να είναι και το κύκνειο άσμα του ήταν η καλύτερη της καριέρας του. Ώριμος πια, στα 28 του, αλλά εξίσου αθλητικός, ο ΜακΡέι διαλύει όποιον βρει στο διάβα του τελειώνοντας με 10.8 πόντους και 10.7 ριμπάουντ τη σεζόν.
Κατά τη διάρκεια της χρονιάς εκείνης ένιωσε αρκετές φορές δυσφορία αγωνιζόμενος, αλλά έσφιγγε τα δόντια, συνέχιζε να παίζει και δεν το έψαχνε περισσότερο. Το καλοκαίρι του 2000 φεύγει από την Ιταλία για τον γνώριμο προορισμό του, τα σάμερ λιγκ του NBA. Κατά ένα περίεργο τρόπο πέρασε τα ιατρικά τεστ και ετοιμάζεται για το σάμερ λιγκ με τους Ορλάντο Μάτζικ. Όμως, στην πρώτη κιόλας προπόνηση με την ομάδα, την ώρα που έκανε wind sprints (σπριντ στα όρια της αντοχής ενός αθλητή, όπου ουσιαστικά μένει χωρίς ανάσα στο τέλος τους) η καρδιά του δεν άντεξε και κατέρρευσε.
Μέχρι να διακομιστεί στο νοσοκομείο απλά διαπιστώθηκε ο θάνατός του, ενώ η νεκροψία έδειξε αρρυθμία και εξέθεσε όσους γιατρούς ομάδων το παράβλεπαν τόσα χρόνια. Ο ΜακΡέι πλήρωσε με τη ζωή του την αγάπη του για το μπάσκετ, όταν έγινε άλλος ένας νέος άνθρωπος που θυσιάστηκε στο βωμό του επαγγελματικού αθλητισμού.
Η Τριέστε ήδη από το 2000 διοργάνωσε τουρνουά προετοιμασίας προς τιμήν του Κόνραντ ΜακΡέι, που απεβίωσε στις 10 Ιουλίου του 2000. Τραγική ειρωνεία; Στις 5 Αυγούστου του ίδιου χρόνου είχε προγραμματίσει το γάμο του με την Έρικα Στάνλεϊ.
Νίκος Κουσούλης
Ο ΜακΡέι γεννήθηκε στη Νέα Υόρκη το Γενάρη του 1971 και μεγάλωσε παίζοντας μπάσκετ στο Τεχνικό Λύκειο του Μπρούκλιν. Εκεί ήταν ο καλύτερος στο μπάσκετ, ενώ η συμμετοχή του στα playgrounds του Χάρλεμ του είχε χαρίσει το προσωνύμιο «McNasty», λόγω του τρόπου παιχνιδιού του. Το 1986-89 ήταν στην καλύτερη πεντάδα Λυκείων ολόκληρης της Νέας Υόρκης, ενώ το 1989 ήταν μέλος της εθνικής ομάδα των Η.Π.Α. κάτω των 18 και έλαβε μέρος στους Junior Olympics.
Στη συνέχεια αποφάσισε να δεχτεί την υποτροφία που του πρότεινε το Σιράκιουζ, όπου σταδιακά ξεχώρισε. Την πρώτη του χρονιά (1989-90) ήταν η 4η επιλογή στους ψηλούς και δεν είχε ουσιαστικό χρόνο συμμετοχής, αλλά η συνέχεια ήταν διαφορετική, για να φτάσει το 1992-93 να έχει 11.9 πόντους, 6.6 ριμπάουντ και 2.6 τάπες ανά αγώνα. Το μεγαλύτερο προσόν του ήταν ότι τάπωνε ό,τι… πετούσε μέσα στο γήπεδο, σταδιακά δούλεψε πάρα πολύ και βελτίωσε το επιθετικό του παιχνίδι, αλλά και τα ριμπάουντ του για να γίνει ένας πολύ αξιόπιστος ριμπάουντερ. Τελειώνοντας το κολέγιο ήταν 4ος στην ιστορία του Σιράκιουζ σε τάπες (πίσω από Ρούσβελτ Μπούι, Ρόνι Σεϊκέλι και Ντέρικ Κόλεμαν).
Το καλοκαίρι του 1993 επιλέχτηκε στο νούμερο 38 από τους Ουάσινγκτον Μπούλετς, αλλά δεν αγωνίστηκε στο NBA. Μετά από ένα σύντομο πέρασμα από το CBA, αποφάσισε να περάσει τον Ατλαντικό και πρώτος του σταθμός ήταν η Φενέρμπαχτσε. Στην Τουρκία έκανε πράγματα και θαύματα, δείχνοντας ότι ήταν κυρίαρχος αμυντικά, ενώ μπορούσε να τελειώσει με σχετική ευκολία τις φάσεις στη ρακέτα.
Κάθε καλοκαίρι ήταν στα σάμερ λιγκ του NBA για να αποδείξει ότι είχε μια θέση στο πρωτάθλημα, αλλά τους χειμώνες του τους πέρασε στην Ευρώπη.
Το 1994-95 στην Ορτέζ είχε 16.7 πόντους και 8.5 ριμπάουντ με τις μπασκέτες να στενάζουν από τα καρφώματά του. Αυτή η χρονιά ήταν το διαβατήριο για την επιστροφή στην Τουρκία, όπου με την Εφές είχε μια απλά καλή σεζόν, κατακτώντας όμως το Κόρατς και το Τουρκικό πρωτάθλημα!
Το 1996-97 είχε 11.9 πόντους και 9.3 ριμπάουντ με την Τιμσίστεμ Μπολόνια, όντας 5ος ριμπάουντερ στην Ιταλία, ενώ την επόμενη σεζόν ήρθε η ώρα της Ελλάδας και του ΠΑΟΚ.
Στα μέσα Ιουλίου του 1997 υπογράφει με τον ΠΑΟΚ σε μια σεζόν που παραλίγο να φέρει τον ΠΑΟΚ στην κορυφή. Με μπροστάρη τον τρομερό Πέτζα Στογιάκοβιτς και τους Σάκλφορντ (από τα μισά της σεζόν) και ΜακΡέι κοντά του (συν τον Ρόουαν) ο ΠΑΟΚ αλώνει το ΣΕΦ και περνά στον τελικό του πρωταθλήματος, όπου μετά από σκληρή μάχη χάνει με 3-2 από τον Παναθηναϊκό.
Ο ΜακΡέι τελειώνει την κανονική περίοδο 4ος ριμπάουντερ της Α1 με 10.0 μέσο όρο και 5ος μπλοκέρ με 1.8 ανά αγώνα, έχοντας ακόμη 1.3 κλεψίματα και 8.9 πόντους. Εξίσου καλός και στην Ευρώπη με 10.1 πόντους και 8.8 ριμπάουντ, που τον έφεραν στην 3η θέση της διοργάνωσης. Κανένας φίλος του ΠΑΟΚ δεν έχει ξεχάσει τα τρανταχτά του καρφώματα και την απίστευτη αλτικότητά του.
Την επόμενη σεζόν, ο ΜακΡέι επέστρεψε στην Τουρκία και τη Φενέρμπαχτσε, με την οποία είχε 10.8 πόντους και 8.3 ριμπάουντ. Τον Απρίλη έφυγε, πήγε στις Η.Π.Α. και υπέγραψε συμβόλαιο 10 ημερών με τους Ντένβερ Νάγκετς, πιστεύοντας πως είχε κάνει επιτέλους το όνειρό του πραγματικότητα. Όμως, αυτό δεν έμελλε να γίνει, καθώς πριν αγωνιστεί για πρώτη φορά με την ομάδα λιποθυμά 2 φορές στην προπόνηση και παθαίνει μπλακ άουτ. Οι γιατροί των Νάγκετς που τον εξετάζουν, βρίσκουν χρόνια (εκ γενετής) πρόβλημα στην καρδιά (καρδιακή αρρυθμία) και του συνιστούν να μην ξαναπαίξει μπάσκετ. Βεβαίως, οι Νάγκετς του σπάνε το συμβόλαιο.
Ο ΜακΡέι, όμως, δεν μπορούσε να φανταστεί τον εαυτό του εκτός μπάσκετ. Παίρνοντας διαβεβαιώσεις από άλλους γιατρούς ότι μπορεί να παίζει παρά το πρόβλημα, συνεχίζει. Τον Αύγουστο του 1999 υπογράφει στην Τριέστε της Ιταλίας. Η χρονιά που έμελλε, δυστυχώς να είναι και το κύκνειο άσμα του ήταν η καλύτερη της καριέρας του. Ώριμος πια, στα 28 του, αλλά εξίσου αθλητικός, ο ΜακΡέι διαλύει όποιον βρει στο διάβα του τελειώνοντας με 10.8 πόντους και 10.7 ριμπάουντ τη σεζόν.
Κατά τη διάρκεια της χρονιάς εκείνης ένιωσε αρκετές φορές δυσφορία αγωνιζόμενος, αλλά έσφιγγε τα δόντια, συνέχιζε να παίζει και δεν το έψαχνε περισσότερο. Το καλοκαίρι του 2000 φεύγει από την Ιταλία για τον γνώριμο προορισμό του, τα σάμερ λιγκ του NBA. Κατά ένα περίεργο τρόπο πέρασε τα ιατρικά τεστ και ετοιμάζεται για το σάμερ λιγκ με τους Ορλάντο Μάτζικ. Όμως, στην πρώτη κιόλας προπόνηση με την ομάδα, την ώρα που έκανε wind sprints (σπριντ στα όρια της αντοχής ενός αθλητή, όπου ουσιαστικά μένει χωρίς ανάσα στο τέλος τους) η καρδιά του δεν άντεξε και κατέρρευσε.
Μέχρι να διακομιστεί στο νοσοκομείο απλά διαπιστώθηκε ο θάνατός του, ενώ η νεκροψία έδειξε αρρυθμία και εξέθεσε όσους γιατρούς ομάδων το παράβλεπαν τόσα χρόνια. Ο ΜακΡέι πλήρωσε με τη ζωή του την αγάπη του για το μπάσκετ, όταν έγινε άλλος ένας νέος άνθρωπος που θυσιάστηκε στο βωμό του επαγγελματικού αθλητισμού.
Η Τριέστε ήδη από το 2000 διοργάνωσε τουρνουά προετοιμασίας προς τιμήν του Κόνραντ ΜακΡέι, που απεβίωσε στις 10 Ιουλίου του 2000. Τραγική ειρωνεία; Στις 5 Αυγούστου του ίδιου χρόνου είχε προγραμματίσει το γάμο του με την Έρικα Στάνλεϊ.
Νίκος Κουσούλης
2 σχόλια:
Ένας πολύ καλός σέντερ τον οποίο είχαμε την ευκαιρία να θαυμάσουμε και στην χώρα μας. Όντως, τα καρφώματά του ήταν το κάτι άλλο και το σήμα κατατεθέν του.
Όταν είχα την είδηση για τον θάνατό του, ήταν ένα πραγματικό σοκ.
Γιώργος Β.
Απίστευτος παίκτης...και με χιούμορ. Θυμάμαι μια συνέντευξη του, όπου σχολίαζε τις γεμάτες καφετέριες στην παραλία της Θεσσαλονίκης το πρωί. Είχε αναρωτηθεί αν δουλεύουμε ποτέ σε αυτή την χώρα.
Δημοσίευση σχολίου